Με τη γιαγιά Ελένη και τα αγαπημένα μου ξαδέρφια πέρασα πολλά καλοκαίρια στην Κύθνο. Υπήρχε όμως αυστηρό πρόγραμμα και τελετουργικό!
Το πρωινό μας αποτελούνταν από κρύα σύκα που έφερνε ο παππούς. “Κρύα κρύα σύκα ποιος θα προλάβει να φάει;” έλεγε!
Και ζεστό γάλα από την κατσίκα (ναι ναι, αυτό με την πέτσα). Και χτυπητό αυγό (ώμο αυγό με κακάο)…..ευτυχώς επιβιώσαμε!
Η έννοια μας ήταν απλά να πάμε στην θάλασσα. Όλοι μαζί κατεβαίναμε στη Μεγάλη Άμμο και βουτούσαμε με τις ώρες. Χωρίς αντηλιακά εκείνη την εποχή.
Η γιαγιά κάθε τόσο έβγαινε στο πεζούλι να μας τσεκάρει. Δεν μπορώ να καταλάβω πώς μας
έβλεπε από τόσο μακριά…
Όταν το φαγητό ήταν έτοιμο, εμφανιζόταν πάλι στο πεζούλι και φώναζε τα όνοματά μας
εναλλάξ, μέχρι κάποιος από εμάς να ανταποκριθεί. «Ελένη, Γιώργο, Μαργαρίτα… το φαγητό είναι έτοιμο».
Μετά το μεσημεριανό έπρεπε να κοιμηθούμε (με το ζόρι). Κανείς όμως δεν κοιμόταν, διαβάζαμε τα κόμιξ που κρύβαμε κάτω από το στρώμα και γελούσαμε χαμηλόφωνα.
Το απόγευμα καθόμασταν στη σειρά και διαβάζαμε την Παράκληση. Η γιαγιά ως Εκκλησάρισσα στην Παναγία Κανάλα ήθελε τα εγγόνια της να πάρουν θρησκευτικές αρχές.
Πού και πού μας έλεγε για τα θαύματα που είδαν στην εκκλησία μαζί με τον παππού τον Κώστα …το χαμένο κλειδί, το λάδι στη δακτυλήθρα και έτσι μας πιστοποιούσε τη δύναμη της πίστης της. Μετά την Παράκληση ήμασταν ελεύθεροι για παιχνίδι μέχρι τελικής πτώσης!
Στο τέλος της ημέρας παίζαμε το παιχνίδι με τον κόμπο. Ο παππούς δίπλωνε τις άκρες από το μαντήλι του μέσα στο χέρι του και μία από αυτές είχε ένα κόμπο. Όποιος διάλεγε τον κόμπο, έπρεπε το επόμενο πρωί να φέρει νερό από τη βρύση… το οποίο σήμαινε να διασχίσεις κάνα δυο χωράφια και να πηδήξεις 2 ξερολιθιές.
Με τη γιαγιά δεν είχες πολλά πολλά. Είχε όμως χιούμορ κρυμμένο κάτω από το σοβαρό της ύφος. Και όταν άκουγε κάτι κακό να συμβαίνει, έκλαιγε για τα παιδιά του κόσμου που δεν τα γνώριζε προσωπικά.
Πολλές αγκαλιές δεν έκανε αλλά ήξερες ότι ήταν εκεί, για να μας φροντίσει και να μας προστατεύσει.
Δεν θα ξεχάσω το βλέμμα της μέσα από τα γυαλιά, ενώ έπλεκε με το βελονάκι της ατέλειωτες ώρες …. όλα τα άκουγε και τα έβλεπε εννοείται.